Παρασκευή 2 Αυγούστου 2019

Ασημίνα Λαμπράκου, δυο ποιήματα





ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΟ ΣΤΗ ΣΟΛΩΝΟΣ

Τα μεσημέρια στη Σόλωνος
αγκομαχούν πίσω από κουρασμένες εξατμίσεις

Δημόσια στενότητα, πίσω από τα τζάμια
Αφίσες δηλωτικές
προτιμήσεων κι ισοδύναμων πεποιθήσεων
Τραπεζάκια μικρά, λιανά
πάνω τους χώρος ενός πακέτου από τσιγάρα
και δυο αγκώνων άγγιγμα

Τα μεσημέρια στη Σόλωνος
γλιστρούν και χάνονται στις σχισμές των υπονόμων

Το χέρι γωνιωδώς προτεταμένο του προσώπου
Πρόσωπο δουλεμένο απ’ τον χρόνο
Δάκτυλα καταλλήλως κεκαμένα
ως υποδοχείς τσιγάρου και μιαν άφεση καλέσματος
Μάτια μισόκλειστα στις ακοές, συνταιριασμένα λες
στο μαύρο φόντο της αφίσας πίσω της
«...καταραμένοι ποιητές»...
ίσα που πρόλαβα να διακρίνω
πάνω της γραμμένο με άσπρο
σαν από τον καπνό νόμιζες

Τα μεσημέρια στη Σόλωνος
γλιστρούν σε οδόστρωμα βρεγμένο από βαλβολίνες κι
ευθύβολη αδιαφορία

Κι αυτός
«...εκατό χιλιάδες ευρώ η αξία του οικοπέδου»...
ακούστηκε να λέει, σκυμμένος ελαφρά κοντά της
–γι άλλα θα περίμενες.

Εκεί
στα μικρά καφέ της Σόλωνος
η εφηβεία ενηλικιώθηκε,
με παρατεταμένες κρίσεις
πανικόβλητης αυτοκριτικής

Καταραμένοι οι ποιητές
που οξειδώνονται στις ανάγκες των καιρών


[από τη συλλογή "οι απέναντι", 2012]


 
*******




φωνή κραυγή λυγμός

1ος
ένα άδειο κορμί  η σιωπή των ανθρώπων  η πόλη
η πόλη  η σιωπή των ανθρώπων  ο δρόμος   Αραχώ-
βης  ο δρόμος η πλατεία οι φύλακες  οι φύλακες  οι
φύλακες της πόλης   οι φύλακες της πόλης δικάζουν
οι φύλακες της πόλης δικάζουν όποιον δεν είναι
ίδιος μ’ αυτούς  το βλέμμα τους φυλακίζει την εικόνα
μου  κρέμονται στη φόδρα του φορέματος  ακινητο-
ποιούν το κινητό στ’ αφτί μου   στήνουν αφτί στα
λόγια μου  το βήμα μου ακολουθούν   στο ρυθμό
μου πατινάρουν   η αμηχανία μου δραπετεύει από
το υπόγειο νοτιοανατολικό μου βλέμμα   καθηλώνε-
ται στην άκρη των ποτών τους  μετεωρίζεται στην
κάπνα των τσιγάρων τους  χάνεται στη στροφή   το
δέντρο   η καρδιά της πόλης  η στροφή   η στροφή
εξουσιάζει τον δρόμο  στεγνός ο αέρας  ο άνεμος δει-
λός  άνθρωποι κουβέντες τραπέζια   ο δρόμος  η
Ελλάδα των καρτ ποστάλ και των εσωτερικών δια-
δικασιών ανασκαλεύει στα όρια δύο καθέτων τις
ορμές της   η φωνή  η φωνή απλώνει χέρι   μίμηση
πράξης εξαθλίωσης   βοηθήστε με που...   το αίτημα
υποβάλλεται   το αίτημα αποβάλλεται  η φωνή μηρυ-
κάζει λόγια οργής  δήθεν  δήθεν οργή  δήθεν λόγια
μίμηση πράξης εξαθλίωσης  χάνεται στη στροφή   ο
δρόμος  ο δρόμος  ένας υπόνομος  η σκιά  ο λυγμός
βγαίνει από το σκοτάδι   δεν έχει πρόσωπο  δεν έχει
μορφή   δεν έχει χέρια  είναι σκιά   δώστε μου κάτι...
ένα άδειο κορμί  ο υπόνομος  η άλλη φωνή  η αγωνία
η φωνή γαντζώνεται στη ψυχή μου   λαιμητόμος της
συνείδησης μου η κραυγή  το γέλιο κρυσταλλώνεται
σπάει σε κομμάτια  ο υπόνομος το ρουφά  το κεφάλι
μου κόβεται  κυλάει στη σχάρα  σφαχτάρι η χαρά  να
χαθώ   να χαθώ   ο κάδος  σκοτάδι   το σύνθημα  σκο-
τάδι   η γωνία  φως λιγοστό   Αραχώβης   να σηκωθώ
να σηκωθώ   να σηκωθούμε   ένα άδειο κορμί   η
σιωπή των ανθρώπων      η πόλη ._



 (στην μ-ητέρα της π-οιήσεως την εξ Αθηνών)



2ος


ένα άδειο κορμί   

η σιωπή των ανθρώπων        
 η πόλη

 η πόλη
 η σιωπή των ανθρώπων      
ο δρόμος

Αραχώβης

 ο δρόμος
 η πλατεία  
οι φύλακες

οι φύλακες
οι φύλακες της πόλης
οι φύλακες της  πόλης δικάζουν 

οι φύλακες  της πόλης δικάζουν  όποιον δεν  είναι ίδιος  μ' αυτούς
το βλέμμα τους  φυλακίζει την εικόνα μου  κρέμονται στη φόδρα  του φορέματος ακινητοποιούν  το κινητό στ' αφτί μου στήνουν  αφτί στα λόγια μου το βήμα μου  ακολουθούν στο ρυθμό μου πατινάρουν η αμηχανία μου δραπετεύει απο το υπόγειο  νοτιοανατολικό μου βλέμμα καθηλώνεται  στην άκρη  των ποτών τους μετεωρίζεται  στην κάπνα  των τσιγάρων τους χάνεται  στη στροφή
το δέντρο
η καρδιά της πόλης  

η στροφή
 η στροφή εξουσιάζει τον δρόμο

 στεγνός ο αέρας
ο άνεμος δειλός

άνθρωποι
κουβέντες
τραπέζια
ο δρόμος 

η Ελλάδα    των καρτ ποστάλ         και των εσωτερικών διαδικασιών              ανασκαλεύει                   στα όρια                         δύο καθέτων  τις ορμές της
η φωνή 

η φωνή  απλώνει χέρι μίμηση  πράξης   εξαθλίωσης βοηθήστε με που ...  το αίτημα υποβάλλεται   το αίτημα αποβάλλεται η φωνή  μηρυκάζει  λόγια οργής  δήθεν δήθεν οργή δήθεν λόγια μίμηση  πράξης  εξαθλίωσης   χάνεται στη στροφή
                                   ο δρόμος ο δρόμος        ένας υπόνομος              η σκιά 

ο λυγμός βγαίνει από το σκοτάδι δεν         έχει πρόσωπο δεν         έχει μορφή δεν         έχει χέρια είναι σκιά δώστε μου κάτι...
ένα άδειο κορμί        ο υπόνομος η άλλη φωνή        η αγωνία 

η φωνή γαντζώνεται στη ψυχή μου λαιμητόμος της συνείδησης μου η κραυγή το γέλιο κρυσταλλώνεται σπάει σε κομμάτια ο υπόνομος το ρουφά το κεφάλι μου κόβεται κυλάει στη σχάρα σφαχτάρι η χαρά να χαθώ      να χαθώ
 ο κάδος σκοτάδι
το σύνθημα σκοτάδι    
 η γωνία φως λιγοστό
Αραχώβης

να σηκωθώ
να σηκωθώ
να σηκωθούμε

ένα άδειο κορμί    
 η σιωπή των ανθρώπων                


η πόλη ._ 




[1ος: όπως μορφοποιήθηκε για τη συλλογή "νοτιοανατολικό βλέμμα"
και 2ος: στη μορφή της πρώτης του δημοσίευσης στο αρχικό blog: filoumena] 




© Assimina

Δεν υπάρχουν σχόλια: