Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2019

Γιάννης Κυριαζής, Ωδή στον Θάνο Μικρούτσικο


Ωδή στον Θάνο Μικρούτσικο

Ναυάγιο ο κόσμος και γλιστρούν τα δάχτυλα στο πιάνο
του καρχαρία το φτερό την παρτιτούρα σκίζει
τα μάτια κλείνεις, χάνεσαι με το στερνό σου νάνο
λες κι ο αυλός του αληθινά, Θάνο, σε νανουρίζει.

Δε βλέπεις πουθενά στεριά και η ψυχή σου ιδρώνει
μιαν αυτοσχέδια έφτιαξαν οι νότες σου σχεδία
κι αν καθαρά τα χέρια σου, πάντα θα σε λερώνει
κατράμι ο μαύρος ναυτικός στίχος του Καββαδία.

Κι αν σφίγγει γύρω σου κλοιός το βλέμμα των αρχόντων,
εσύ κοιτάς τις απαλές γραμμές των οριζόντων.

Σ’ αυτό το θέατρο σκιών και μιας θαμπής οθόνης
δεν περιμένεις τίποτε, κι όμως όλα τα δίνεις.
Τις νύχτες που κυκλοφορείς, τα μάτια χαμηλώνεις
σαν τον Αρθούρο σκοτεινός, σαν Άμλετ της σελήνης.

Της Σαλονίκης κάποτε σε φέγγανε τα φώτα
κι ένα μαχαίρι ατσάλινο ακόμα σε σκαλίζει.
Τ’ ανεμολόγια αλλάξανε, μα εσύ στην ίδια ρότα·
όταν τελειώνει η μουσική, σαν δάκρυ ξαναρχίζει.

Κι αν φτάσει το ταξίδι σου μια μέρα στο χαμό του
θα ’χεις στο στήθος φυλαχτό ένα σταυρό, του Νότου.


από την συλλογή του: ΧΡΟΝΟΘΥΕΛΛΑ,
ιδιωτική έκδοση,
2012




[ μακάρι να του μοιάσουμε στο θάρρος, Γιάννη
κι ίσως αυτό, η αγάπη κι ο σεβασμός σε τέτοιους
όπως αυτόν, ήρωες, να μας βγάλει στον ίδιο δρόμο
επειδή, τέτοια είναι η ανάγκη μας κι αναζητούμε 
ήρωες στους καλλιτέχνες και λογοτέχνες, ανάμεσα: 
να βρίσκουμε τον λόγο να γυρίζουμε στις αξίες πίσω ]




© Assimina

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2019

Λουκάς Λιάκος, ΦΩΝΗ


τι είναι για σας το βιβλίο;

για την Ντίκινσον μοιάζει να είναι η φρεγάτα που μπορεί να ταξιδέψει κάποιον σε τόπους μακρινούς, δικαιολογώντας απόλυτα την από πολλούς ευχή σε νέες εκδόσεις: καλοτάξιδο, αλλά, και ισχυροποιώντας ομοίως την ευχή που δέχτηκε δική μου έκδοση από μια του φβ επαφών μου: ευλίμενο, με την έννοια να βρει καλά λιμάνια (νόες ανθρώπων ή και ψυχές) να επικοινωνήσει
Δεν υπάρχει φρεγάτα σαν το βιβλίο.
Να μας πηγαίνει σε τόπους μακρινούς.
| Emily Dickinson |    
αντέγραψα από την σελίδα στο φβ του βιβλιοπωλείου Μικρό Καράβι, Σπλάντζια, Χανιά
τι είναι για εμένα το βιβλίο;
ίσως το χέρι που ανοίγει μια κλεισμένη πόρτα να με οδηγήσει σε άλλους κόσμους (συνειδήσεις)
μπορεί κι ο άνεμος που μου μιλάει νέα από άλλους τόπους
ή το τρένο που με ταξίδευε με το λίκνισμα πάνω στις ράγες και τον συνωστισμό των βαγονιών
η συναναστροφή, όχι δίχως κόπο και κούραση επειδή είναι απόμακρη, η επικοινωνία
μια λίμνη που ενώνει δυο περιφέρειες τόπων, το βουνό που τις ορίζει
το σύνορο που πρέπει να περάσω για να με βρω και εκεί, στο αλλού, εμένα την ίδια
το παράθυρο στον κόσμο του άλλου, ένα άλλο από εμένα ή μέρος μου
ένας χώρος να ακουμπήσω την τρυφερότητά μου
ό,τι έχω κι εκείνο που μου λείπει
αγάπη
ένας έρωτας
γνώση
κι ίσως, πιο πολύ από όλα πια, ο τρόπος, το μέσον, να "διαβάσω" τον δημιουργό του





αύριο, Πέμπτη 12 Δεκέμβρη, ο καλός ποιητής Λουκάς Λιάκος παρουσιάζει την τρίτη του συλλογή ποιητικού λόγου: ΦΩΝΗ, εκδόσεις Bibliotheque, στις οχτώ το βράδυ στο ομώνυμο βιβλιοπωλείο των εκδόσεων, Θεμιστοκλέους 76, πλατεία Εξαρχείων. Τα σχέδια και η επιμέλεια της έκδοσης είναι της Στεφανίας Βλαστάρη.

ευχή μου να γίνει το βιβλίο του καλή πνευματική τροφή για όλους μας
κι ένα χαλί επικοινωνίας μαζί του και με το μέσα μας
στον ίδιο να φέρει χαρές

 Λουκά, ευλίμενο!






αποσπάσματα από το βιβλίο με τον τρόπο που διαβάστηκε από εμένα:


ό,τι κι αν έχεις κάνει

η μόνη φωνή που ακούς
είναι η φωνή που δεν αποκρίνεται

***

Να σε ακούσω 
με εκείνο το περιζήτητο της θλίψης
του να ζεις αλλού

***

Δεν ξέρουν τα κορίτσια
που τεντωμένα κάθονται σαν τίγρεις
πως είναι δόλωμα κι υποκατάστατο
πιθανοτήτων. Δεν ξέρουν πως κρέμονται
στο δρόμο από μια ρίζα διαφυγής.

***

Να βρω σε τούτη τη ζωή
Το μόνο πρόσωπο που κατανοείται χωρίς τη ζωή.

***
και το μοναδικό του:

Όπως σε αγαπώ μπορώ και χαρίζομαι





© Assimina

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2019

ο Βοϊδομάτης



Ο Βοϊδομάτης



 «Αγάπη  μου! Τον βάτραχο θα τον βάλουμε στο ψυγείο.»
Κάθε πρώτο βράδυ της διαμονής μας σε ξένο τόπο, τακτοποιούμε τους άγνωστούς μας θορύβους εκτείνοντας τους στην πηγή που τους παράγει. Ένας τρόπος να μη φοβόμαστε.
Εκείνο όμως το βράδυ, στο δωμάτιο, ένας θόρυβος, σαν κρώξιμο βατράχου σε δυο  νότες, κρα – κράι ή κρα – κράου, επαναλαμβανόταν κόβοντας την ησυχία σε κανονικά δίωρα και μας τρόμαζε. Ο μόνος που δεν είχαμε τοποθετήσει. [...]


© Assimina

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2019

χρώμα χρώμα χρώμα



             μέρα που είναι, χ ρ ώ μ α

οι νεκρές φύσεις του Σεζάν με έχουν συνεπάρει πριν από τα άλλα για το χρώμα τους
ύστερα, την εμμονή του με την απεικόνιση των μήλων
κατόπιν η έλλειψη συμμετρίας στα έργα του, αυτά τουλάχιστον
τόσοm που με έκανε να σκεφτώ πως είχε κάποια ατέλεια στην όραση ή έπασχε από κάποιο είδος ξένης προς το κοινό αντιληπτικότητας
παρακολουθώντας ένα σχετικό βίντεο, διαπίστωνα πώς επί τούτου αφήνει τα  έργα του να γέρνουν δίχως να ακολουθούν σταθερό άξονα συμμετρίας ως προς επίπεδο, αλλά και να στέκουν μετέωρα ή να μην συναντιόνται οι γραμμές απέναντι πλαισίων όπως πχ μια πλευρά τραπεζιού που μέρος της ήταν σκεπασμένο με ύφασμα
έγνοια του, λένε, δεν ήταν η φωτογραφική απεικόνιση αλλά ό,τι έπιανε το μάτι κάθε διαφορετική στιγμή για το ίδιο αντικείμενο
δούλευε ένα έργο για καιρό κι έτσι, σύμφωνα και με το πιο πάνω, προέκυπταν οι ατέλειες(;)
αυτό με παραξένεψε ενθουσιαστικά επειδή με αυτόν τον τρόπο, μπορεί κανείς να είναι δημιουργικός, και επίσης συνεργατικός, αλλά όχι ανταγωνιστικός
κατέληξα δε στην σκέψη πως ήταν κάποιος τελειομανής στην ατέλεια
ένας επαναστάτης των γραμμών

στην φωτογραφία μια απόπειρα μίμησης έργου του
μερικά, επίσης, στιγμιότυπα κομμένα από το βίντεο που ανέφερα και δείχνει πώς επεξεργαζόταν και άφηνε να στέκουν τα μέρη ενός έργου του στο σύνολό του
κάποιος παρουσιαστής έλεγε πως δεν τον ενδιέφερε η προοπτική, το στήσιμο, τα περιγράμματα, το ορθόν των φωτοσκιάσεων, παρά το χρώμα του αντικειμένου

χρώμα λοιπόν, χρώμα, χρώμα
μέρα που είναι






















σχεδίασε και ζωγράφισε πάνω από 200 πίνακες με απεικόνιση μήλων, λένε








© Assimina

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2019

Στην καρδιά των ποιητών



στην  καρδιά των ποιητών



Φρικώδης, μανιακή, μονάκριβη
Κατοικεί η ομορφιά
Στην καρδιά των ποιητών
Αλλοίμονο αν ψάξεις να την βρεις
Αλλοίμονο κι αν δεν το κάνεις


 (στον πατέρα)



© Assimina

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

DiP παίγνιον 2019


στο φετινό τεύχος της ανθολογίας diPgeneration, το παιχνίδι καλούσε να συνεχίσουμε κάτω από μια παράγραφο που επέλεξε τυχαία ο Στράτος Φουντούλης και δίχως να γνωρίζουμε από ποιο κείμενο και ποιου συγγραφέα - πιο κάτω, η δική μου προσπάθεια η οποία, ξεπερνώντας το όριο των λέξεων, επεξεργάστηκε σε μικρότερο κείμενο για το τεύχος

***

Αργά αλλά αποφασιστικά ξαναπήρε το δρόμο. «Ο άλλος» κι αυτό ξαναπήρε το δρόμο. Ένιωσε ξεκάθαρα τα βήματα στην άσφαλτο. Ήταν δυο ομόηχα, ταυτόχρονα, επακριβή χτυπήματα. Ναι. Κάποιος τον παρακολουθούσε. Τώρα δεν τον ένιωθε όπως τις προηγούμενες φορές. Τώρα τον άκουγε, σχεδόν μπορούσε να τον αγγίξει πίσω από την πλάτη του. Μια υπερφυσική δύναμη τον έσπρωξε, τον υποχρέωσε να τρέξει στον έρημο δρόμο. Σταμάτησε. Παρέμενε ακίνητος, σαν παράλυτος, για αρκετή ώρα. Δεν μπορούσε να θυμηθεί πόση ώρα, αλλά μέσα σ’ εκείνη την αταξία των αναμνήσεων υπήρχε κάτι που θα θυμόταν πάντα: εκείνο το παγωμένο χτύπημα στο πρόσωπό του όταν γρήγορα στράφηκε πάνω στα τακούνια του και είδε καταπρόσωπο «τον άλλο». Αυτό που είδε δεν θα μπορούσε να το ξεχάσει στην υπόλοιπη ζωή του.

Όχι! Αλλιώς: Αυτό που είδε έφερνε εμπρός του όλη την υπόλοιπη ζωή του.
Υποδορίως πράσινη υφή υγραμένου σησαμιού. Ευωδίαζε ευωδιά κουρασμένης μνήμης. Βαρείς γερασμένοι μαστοί τεράστιοι γερασμένοι. Ανάσα καλαμποκιού τον άγγιξε ανεμπόδιστα η στύση του απρόσκοπτα· τον θυμήθηκε. Μια γερασμένη αλλά ήλιος· τον ανέσυρε με τέλος· ανεπανόρθωτο κόπο ασχημάτιστο. Λαρυγγισμούς παιδίσκης ανυπόκριτης ήχους σαν σπυρί καλαμποκιού κίτρινο κάτω από τη γη με ταραγμένη ευγνωμοσύνη δε φύτρωνε κίτρινη ζωή αμίλητη. Αμίλητη με ανύπαρκτο πόνο απροσποίητο τον τραβούσε από την ψεύτικη πραγματικότητα μακριά. Ένοιωσε αγάπη. Δεν έπρεπε (Συνέβαινε) Δεν έβλεπε (Υπέθετε) Δεν άκουγε (Ένοιωθε) Δεν ήξερε (Γνώριζε). Έκπληκτος με έκπληξη μεγάλη «Άγιε μου κύριε Ίψεν: χθες βράδυ εγώ πάλι· κατάκοπος. Τώρα πια ξέρω· ήμουν εκείνη σ’ αυτή την εξιστόρηση. Πρέπει να με εγκαταλείψει.», είπε.
Επικαλέστηκε γι’ αυτό τις επτά καταστάσεις κι ένα ημιτόνιο πέρα από τον πλάτανο στην άκρη του δρόμου είχε νυχτώσει αμετάκλητα. Τρεις σειρήνες κι ένα κρυφό φεγγάρι εδώ ακριβώς ζούληξαν έλιωσαν ήπιαν τη μορφή της που ήταν γερασμένη παλιά δική του γερασμένη εξαφανίστηκαν· οι δυο μορφές πριν λίγο εδώ τις είδα ερωτοτροπούσαν η μια να μιλά η άλλη να παραμιλά τις είδα από μακριά στην τωρινή μνήμη σβησμένες σβήστηκαν με κρότους βεγγαλικών και οιμωγές παρθενικών ερώτων· κόβεται το πρόσωπο ξεκολλά χύνεται η θηλυκιά μέσα στην αρσενική πέρασε οι δυο μορφές πάει χωνεύτηκαν στη σειρά κι αυτό ήταν φύσηξε κι οι λάμπες του δρόμου έσβησαν αυτός βγάζει με τη γλώσσα ένα φρέσκο κομμάτι αμάσητο μαρούλι αμάσητο και σαν χρυσόμυγα ξεκολλά από τον ώμο του ο άλλος με όμορφο κόπο βαρύ και σαν κρύσταλλο βυσσινί οι άκρες στα φτερά του δεν ήταν πια παγωμένο το χέρι που τον άγγιξε παγωμένο χαμόγελο χαμογέλασε με αμήχανο χαμόγελο ο άλλος εκείνος τότε κι έτσι που γράφω τι τόλμημα λέω κι ύστερα κύριε Γιώργο του Γιώργου που θα φοράτε όταν το διαβάσετε, δικό του.


© Assimina

Παρασκευή 23 Αυγούστου 2019

DiP Generation, Μια περιοδική έκδοση ανθολογίας σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας





( εξώφυλλο: Στράτος Φουντούλης)



  κρίση της περιοδικής έκδοσης, από τον Κ.Π.Δ.


O τίτλος αυτής της ετήσιας περιοδικής έκδοσης του «Μανδραγόρα», η οποία ξεκίνησε το 2016 έχοντας εκδώσει συνολικά 4 τεύχη, χρησιμοποιεί το πολυσήμαντοι dip με P κεφαλαίο που μπερδεύει τα πράγματα. Λακούβα, βύθιση, πτώση, χορευτική κίνηση, έννοιες που παραπέμπουν σε διακινδύνευση και κινητικότητα, ηχητικά μπορεί και ακούγεται και βαθειά γενιά, ασφαλώς λογοτεχνών, Ελλήνων και ξένων, που προηγήθηκε της σημερινής βάζοντας τα θεμέλια πάνω στα οποία χτίζεται ο σύγχρονος νεοελληνικός λόγος, που είτε το γνωρίζει είτε όχι-έστω και ασυναίσθητα, κουβαλάει την κληρονομιά των παλιότερων και βεβαίως της παγκόσμιας λογοτεχνικής κοινότητας, αυτής τουλάχιστον που έσπασε τα σύνορα και όχι μόνο της ιθαγενούς. Στη λογοτεχνία του 21ου αιώνα δεν υπάρχει παρθενογένεση, υπάρχουν καινούργια σκαλιά που δεν θα είχαν υψομετρική οντότητα αν δεν είχαν προηγηθεί άλλα, όσο διαφορετικά σε μέγεθος ή σε υλικά κι αν ήταν. Η πολυσχιδής επιμελήτρια της έκδοσης Ιφιγένεια Σιαφάκα είναι απόφοιτος του τμήματος της Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, κειμενογράφος και αρθρογράφος σε πολλά περιοδικά, που ασχολήθηκε με το θέατρο και με το χορό και τη γραφιστική. Συγγραφέας βιβλίων ποιητικών και πεζών, ειδικευμένη στη συγγραφή βιβλίων για τη Λατινική που απευθύνονται σε μαθητές Λυκείων. Πόσο βαθειά βουτάει το περιοδικό στο παρελθόν; Πολύ και καθόλου.

Να εξηγήσω αυτήν την, σε πρώτη ανάγνωση, προκλητική αντιφατικότητα. Το περιοδικό δεν ταξινομεί ανθολογούμενους συγγραφείς περασμένων δεκαετιών, ούτε χρησιμοποιεί μέτρα επίσημα αναγνωρισμένης αξίας ή αναγνωρισιμότητας. Επιλέγει έργα, ακόμη και προς το παρόν ανέκδοτα, συγγραφέων, πεζογράφων ή ποιητών που δεν έχουν ακόμη πλεύσει στον Αχέροντα, χωρίς κατατάξεις ηλικίας, χρόνου συγγραφής ή δημοσιότητας. Γεννιέται το ερώτημα αν το περιοδικό είναι ξέφραγο αμπέλι. Ασφαλώς και όχι, είναι εμφανής η απαραβίαστη κόκκινη συνοριακή γραμμή του σε όποιον απολαύσει τα δημοσιευόμενα. Είναι ολοφάνερη η κρησάρα της αισθητικής ή αν θέλετε του ήθους (αν δηλαδή δεχθούμε πως αυτά τα δυο δεν ταυτίζονται τελικά) και η επιρροή που εκπέμπει η γλώσσα, αυτή που όπως διάβασα (και συμφώνησα) σε κάποια κριτική παρουσίαση της έκδοσης της Χρύσας Φάντη (στο fractalart) «επαναμαγεύει» τα πράγματα. Θα είναι ασφαλώς πολύ κοινότοπο να εξηγήσω τι σημαίνει και τι σηματοδοτεί η γλώσσα για το λογοτεχνικό κείμενο, πως το περιεχόμενο χωρίς αυτήν μπορεί να χάσει κάθε ομορφιά που περικλείει, έχουν ειπωθεί πολλές φορές αυτά τα αυτονόητα πράγματα.

Μπορεί το ανθολόγιο ως προσδιοριστικός τίτλος ίσως και παλιομοδίτικος να παραπέμπει σε συντηρητικές εκφράσεις και όψεις της λογοτεχνικής επιθεώρησης, σε ένα τυπικό λογοτεχνικό περιοδικό ή σε μια ακατάδεκτη και αυστηρά οριοθετημένη συλλογή λογοτεχνικών κειμένων. Το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός, αυτοσαρκασμός με την έννοια πως σχεδόν κανένα ανθολόγιο δεν θα φιλοξενούσε κείμενα που υπερβαίνουν τον ορισμό του και μάλιστα έξω από το επίσημο, αρχειακό, περισπούδαστο και σοβαροφανές κλίμα αυτών των εντύπων, δεν λείπουν από την έκδοση. Ενδεικτικά ανατρέχω στο τεύχος του 2018 με τρεις ενδεικτικούς τίτλους που παραπέμπουν σε σατιρικά κε’ιμενα: «α. Επιστολή του φιλοσόφου Σπύρου Καψόχειλου. β. Επιστολή του συγγραφέως, μυθιστοριογράφου και ποιητού Αναστασίου Βρέννου γ. Μήνυση του περιοδικού Η ΖΑΡΝΤΙΝΙΕΡΑ κατ’ αγνώστων ένεκα υβριστικών στιχουργημάτων κατά του συνεργάτη μας Μπάμπου Σωκράτους». Υπάρχει λοιπόν εμφανής και διάχυτη στην έκδοση, η άνεση αυτού που νιώθει αυτοπεποίθηση, εκτιμά τη δουλειά του και δεν διατάζει να διακινδυνεύσει την ιερά μήνιν των σοβαροφανών αρχιερέων της Κριτικής του καθαρού λόγου και των υπέρτατων σκοπών που καθαγιάζουν τα έντυπα, φιλοξενώντας και κείμενα που αγγίζουν τα όρια του σατιρικού αυτοσαρκασμού.

Η κα Σιαφάκα, παρουσιάζοντας το περιοδικό, προσδιορίζει και την ειδοποιό διαφορά του από άλλα συναφή ως προς τη διεκδικούμενη αποστολή «Το dip generation είναι, θα λέγαμε, μία προσπάθεια, απόπειρα, πρόθεση ή και ελπίδα να προσεγγίσουμε εκ νέου τη λογοτεχνική γραφή ως περιπέτεια και διακύβευση του συγγραφικού υποκειμένου. Αυτή άλλωστε είναι και η ιδιαιτερότητά της παρούσας περιοδικής έκδοσης-ανθολογίας». Κάθε συγγραφέας, ακόμη και ο πιο φτασμένος, κάθε φορά που γράφει κάτι καινούργιο διακινδυνεύει να μην δημιουργήσει μια ακόμη παρακαταθήκη ανθρώπινης σοφίας αλλά μια κατάθεση ανθρώπινης ανοησίας. Αν ο δοκιμασμένος συγγραφέας διακινδυνεύει λιγότερο γιατί η κριτική θα του σταθεί με επιείκεια, οι νέοι συγγραφείς κινούνται επί ξυρού ακμής. Δεν διακινδυνεύει όμως μόνο ο δημιουργός διακινδυνεύει και αυτός που τον ανθολογεί και μια απλή ανάγνωση ενός από τα τεύχη της diPgeneration, αναδεικνύει αμέσως την πραγματικότητα πως τα εκτιθέμενα κείμενα ακροβατούν στα υψίπεδα πολύμορφων αιρέσεων μορφής, αισθητικής, ύφους και περιεχομένου, χωρίς κατά την ταπεινή υποκειμενική μου κρίση να γκρεμοτσακίζονται.
Μελετώντας τα τεύχη του κυριολεκτικά γοητεύτηκα από διάσπαρτα διαμαντάκια που εκτίθενται στις σελίδες του. Μου είναι τρομερά δύσκολο να επιλέξω γιατί κάθε μεμονωμένη επιλογή, μεμονωμένη διότι η στενότητα του χώρου μου το επιβάλει, είναι μια αδικία πολλών άλλων. Στέκομαι ενδεικτικά σε ένα απόσπασμα από το «Κάστρο της Κανέλλας»:

«Θέλω να βγω στο βαθύ βράδυ να βαδίσω όπως παλιά
Προσεχτικά πατώντας τις σκιές των κρεμαστών δελφινιών κι ελαφρολίθων
Στο λικνιστό αργότερα λιθόστρωτο πλάι στο κανάλι
όπου χάσκει βυθισμένο το θωρηκτό ΙΩΣΑΦΑΤ 21…».

Στις τελευταίες σελίδες του τεύχους του 2019, στις σελίδες της σατιρικής «Ζαρντινιέρας» την οποία διευθύνει η επινοημένη φιγούρα της Βάλιας Πέτα-Πιερότου, παρατίθεται εκλεκτό κείμενο εν είδει «ενός τεύχους σιγής», για τον αποδημήσαντα ποιητή Βλάσση Βαρεμένο, υπάρξαντα μέλος 183 λογοτεχνικών εταιρειών ανά τον κόσμο, παραμείναντα μέχρι το τέλος της ζωής του με την αγωνία του δοκιμαζομένου Ελληνισμού, όπως τη εξέθετε στο free press «Sex and the Citizen». Το κείμενο είναι τόσο παραστατικό που σε ότι με αφορά, αν και δεν έχω δει φωτογραφία του διάσημου ποιητή τον είδα τελειώνοντας την ανάγνωση σαν σε όραμα ολοζώντανο μπροστά μου, να πολεμά σαν άλλος Δον Κιχώτης, τη νεοελληνική ευτέλεια και τη ρωμέικη σοβαροφάνεια.


πηγή:  staxtes2003 



© Assimina

Τετάρτη 21 Αυγούστου 2019

ΔΙΛΗΜΜΑ, Dorothy Parker


ΔΙΛΗΜΜΑ [μτφρ.: Ασημίνα Λαμπράκου]

Ήπια αν ήμουν, και γλυκιά,
Και την καρδιά μου των ποδιών σου έστρωνα ποδιά,
Και τις πιο φιλικές μου σκέψεις σε σένα οδηγούσα,
Και τ' άνετά σου ψέματα γι αληθινά περνούσα·
"Ναι" αν επρόκειτο να ψιθυρίζω, και μετά
"Πόσο αλήθεια, αγαπητέ," και "Ναι," ξανά,
Και τη ματιά μου διακριτικά χαμηλά κρατούσα,
Κι ασπρουλιάρικα στη δυσαρέσκειά σου ριγούσα,
Κι αν φύλαγα τα λόγια μου κρυφά
Αγάπη μου, θα 'τρεχες μακριά!

Αν ήταν αδύναμη να είμαι και τρελή,
Και την καρδιά μου να μοιράζω με κάθε μουστερή,
Αλλά στον τοίχο χτυπούσα το κεφάλι
Όποτε εσύ έφευγες πάλι και πάλι·
 Αν επρόκειτο να αμφιβάλω και να σε χλευάζω εγώ,
"Αντίο!" αν στρίγγλιζα κι ήμουν ακόμη εδώ,
Και τη χαρά ακρωτηρίαζα, κι έσβηνα τη σιγουριά–
Καπνός θα γινόσουν, θα σ' έχανε η ματιά.


[πρώτη δημοσίευση στο Dimart blog, 11 Φεβρουαρίου 2017
περιέχεται στο: Ντόροθι Πάρκερ - ΠΟΙΗΜΑΤΑ, μετάφραση Ασημίνα Λαμπράκου
σε δωρεάν διανομή στο διαδίκτυο]


Dilemma

If I were mild, and I were sweet,
And laid my heart before your feet,
And took my dearest thoughts to you,
And hailed your easy lies as true;
Were I to murmur "Yes," and then
"How true, my dear," and "Yes," again,
And wear my eyes discreetly down,
And tremble whitely at your frown,
And keep my words unquestioning
My love, you'd run like anything!

Should I be frail, and I be mad,
And share my heart with every lad,
But beat my head against the floor
What times you wandered past my door;
Were I to doubt, and I to sneer,
And shriek "Farewell!" and still be here,
And break your joy, and quench your trust-
I should not see you for the dust!

[οφειλές]




[μερικές φορές, όχι απλώς μια λέξη, αλλά κι ένα μόνο γράμμα έχει σημασία
Μαρία Ανδρεαδέλλη]



© Assimina

Τρίτη 20 Αυγούστου 2019

Ατυχής σύμπτωση, Dorothy Parker




Ατυχής σύμπτωση [μτφρ.: Ασημίνα Λαμπράκου]

1ος τρόπος:

την ώρα που όρκο παίρνεις πως δική του είσαι,
με ρίγη και στεναγμούς βαθείς,
και κείνος βεβαιώνει πως το πάθος του για σένα είναι
απέθαντο, χωρίς περιορισμούς μακρείς-
κυρά, τη γνώση τούτη μην αρνείσαι:
ένας από εσάς όρκους κάνει ψευδείς.

2ος τρόπος:

την ώρα που, με ρίγη και στεναγμούς,
όρκο παίρνεις πως δική του είσαι,
και κείνος βεβαιώνει, χωρίς περιορισμούς μακρείς,
πως απέθαντο το πάθος του για σένα είναι-
κυρά, τη γνώση τούτη μην αρνείσαι:
ένας από εσάς όρκους κάνει ψευδείς.

Unfortunate Coincidence

 By the time you swear you're his,
Shivering and sighing,
And he vows his passion is
Infinite, undying -
Lady, make a note of this:
One of you is lying.




περισσότερα ποιήματα εδώ: Ντόροθι Πάρκερ- ΠΟΙΗΜΑΤΑ
δωρεάν διανομή



[οφειλές]

© Assimina

Κυριακή 18 Αυγούστου 2019

αυτός κι εκείνος



    σε κάθε ευκαιρία,  η δασκάλα στα κινέζικα επαναλάμβανε, τονίζοντας επίμονα, το νόημα και τη διαφορά στη χρήση των λέξεων (αντωνυμίες είναι, αλλά αυτό ισχύει στη γλώσσα μας, όχι όμως και των Κινέζων) εκείνος κι αυτός

υπάρχει ανάγκη, σχεδόν κάτι ιερό, στο πώς εκφράζονται οι Κινέζοι για τα πράγματα και τους ανθρώπους
εκείνος είναι ο απομακρυσμένος, ο ξένος (μπορεί), ο αδιάφορος (μπορεί) σε μας, ο άγνωστός μας
ένας που βρίσκεται σε απόσταση, τοπικά  ή συναισθηματικά
αυτός είναι ο διπλανός μας, ο δικός μας, ο γνώριμος, ο γνωστός, ένας που νοιαζόμαστε, ένας που σχετιζόμαστε ή θα σχετιστούμε


     αφορμή για να επαναφέρω στη μνήμη μου την προσπάθεια της δασκάλας και τη μεγάλη σημασία που έδινε στο νόημα αυτών των δυο λέξεων, δόθηκε από την ανάγνωση μετάφρασης ενός μικρού κομματιού από το Κουτσό του Κορτάσαρ από τον μεταφραστή Βασίλη Λαλιώτη και η συσχέτιση με την μετάφραση,  στην πρόσφατη επανέκδοση από την OPERA, του Αχιλλέα Κυριακίδη
κομμάτι από τη σκηνή στη γέφυρα όπου η Μάγα παρατηρεί και αναφέρεται στην κλοσάρ κάτω από αυτήν (σελ. 129)
ένα μέρος της μετάφρασης είχα κι η ίδια δημοσιεύσει πριν καιρό στο μπλογκ filoumena

η χρήση της αντωνυμίας εκείνος /-η, σε κρατάει έξω από τη σκηνή, σε έναν εξώστη ας πούμε, να παρακολουθείς όσα ο μεταφραστής του κειμένου σου υποδεικνύει 
σε ξεχωρίζει, σε κρατάει μακριά από το κείμενο, όπως μακριά τοποθετείται και ο ίδιος χρησιμοποιώντας τον εαυτό του ως μεσάζοντα για να δείς όσα περιγράφονται από τον συγγραφέα

αντιθέτως, η χρήση της αντωνυμίας αυτός /-ή, σε κατεβάζει στη σκηνή να παίξεις δίπλα στον μεταφραστή, μην πω και δίπλα στον πρωταγωνιστή της κάθε φάσης του κειμένου
κάνει ουσία σου την ουσία του κειμένου, σε μεταφέρει λεκτικά και συναισθηματικά σε κατάσταση συνενοχής, ή και συμμετοχής, στην κάθε λεπτομέρεια
σου συστήνεται και συστήνει, φανερά, πρόσωπα και συμβάντα
σε κάνει φίλη του και φίλη των χαρακτήρων και των γεγονότων γύρω από αυτά
σε "γυμνώνει" ώστε "γυμνός" να υποδεχτείς το κείμενο
σου μεταφέρει την δική του οικειότητα με τον γράφοντα, μια οικειότητα ελαφρώς επικίνδυνη για ευαίσθητους ψυχισμούς αλλά πέρα για πέρα τρυφερή ακόμη και αν πρόκειται οι έννοιες, οι σκηνές, τα περιγραφόμενα, να σε πονέσουν

μια οικειότητα που, αν κάποτε υπήρξες κατ' ελάχιστον η Μάγα, να αισθάνεσαι πως είσαι εσύ η ίδια εκείνη στη σκηνή πάνω στη γέφυρα για τη στιγμή που ακριβώς υπάρχεις σαν η κλοσάρντ κάτω από αυτήν ._



 ( 这 Zhè - 那 Nà : εκείνος - αυτός --στα απλοποιημένα κινέζικα)




© Assimina

Παρασκευή 2 Αυγούστου 2019

Ασημίνα Λαμπράκου, δυο ποιήματα





ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΟ ΣΤΗ ΣΟΛΩΝΟΣ

Τα μεσημέρια στη Σόλωνος
αγκομαχούν πίσω από κουρασμένες εξατμίσεις

Δημόσια στενότητα, πίσω από τα τζάμια
Αφίσες δηλωτικές
προτιμήσεων κι ισοδύναμων πεποιθήσεων
Τραπεζάκια μικρά, λιανά
πάνω τους χώρος ενός πακέτου από τσιγάρα
και δυο αγκώνων άγγιγμα

Τα μεσημέρια στη Σόλωνος
γλιστρούν και χάνονται στις σχισμές των υπονόμων

Το χέρι γωνιωδώς προτεταμένο του προσώπου
Πρόσωπο δουλεμένο απ’ τον χρόνο
Δάκτυλα καταλλήλως κεκαμένα
ως υποδοχείς τσιγάρου και μιαν άφεση καλέσματος
Μάτια μισόκλειστα στις ακοές, συνταιριασμένα λες
στο μαύρο φόντο της αφίσας πίσω της
«...καταραμένοι ποιητές»...
ίσα που πρόλαβα να διακρίνω
πάνω της γραμμένο με άσπρο
σαν από τον καπνό νόμιζες

Τα μεσημέρια στη Σόλωνος
γλιστρούν σε οδόστρωμα βρεγμένο από βαλβολίνες κι
ευθύβολη αδιαφορία

Κι αυτός
«...εκατό χιλιάδες ευρώ η αξία του οικοπέδου»...
ακούστηκε να λέει, σκυμμένος ελαφρά κοντά της
–γι άλλα θα περίμενες.

Εκεί
στα μικρά καφέ της Σόλωνος
η εφηβεία ενηλικιώθηκε,
με παρατεταμένες κρίσεις
πανικόβλητης αυτοκριτικής

Καταραμένοι οι ποιητές
που οξειδώνονται στις ανάγκες των καιρών


[από τη συλλογή "οι απέναντι", 2012]


 
*******




φωνή κραυγή λυγμός

1ος
ένα άδειο κορμί  η σιωπή των ανθρώπων  η πόλη
η πόλη  η σιωπή των ανθρώπων  ο δρόμος   Αραχώ-
βης  ο δρόμος η πλατεία οι φύλακες  οι φύλακες  οι
φύλακες της πόλης   οι φύλακες της πόλης δικάζουν
οι φύλακες της πόλης δικάζουν όποιον δεν είναι
ίδιος μ’ αυτούς  το βλέμμα τους φυλακίζει την εικόνα
μου  κρέμονται στη φόδρα του φορέματος  ακινητο-
ποιούν το κινητό στ’ αφτί μου   στήνουν αφτί στα
λόγια μου  το βήμα μου ακολουθούν   στο ρυθμό
μου πατινάρουν   η αμηχανία μου δραπετεύει από
το υπόγειο νοτιοανατολικό μου βλέμμα   καθηλώνε-
ται στην άκρη των ποτών τους  μετεωρίζεται στην
κάπνα των τσιγάρων τους  χάνεται στη στροφή   το
δέντρο   η καρδιά της πόλης  η στροφή   η στροφή
εξουσιάζει τον δρόμο  στεγνός ο αέρας  ο άνεμος δει-
λός  άνθρωποι κουβέντες τραπέζια   ο δρόμος  η
Ελλάδα των καρτ ποστάλ και των εσωτερικών δια-
δικασιών ανασκαλεύει στα όρια δύο καθέτων τις
ορμές της   η φωνή  η φωνή απλώνει χέρι   μίμηση
πράξης εξαθλίωσης   βοηθήστε με που...   το αίτημα
υποβάλλεται   το αίτημα αποβάλλεται  η φωνή μηρυ-
κάζει λόγια οργής  δήθεν  δήθεν οργή  δήθεν λόγια
μίμηση πράξης εξαθλίωσης  χάνεται στη στροφή   ο
δρόμος  ο δρόμος  ένας υπόνομος  η σκιά  ο λυγμός
βγαίνει από το σκοτάδι   δεν έχει πρόσωπο  δεν έχει
μορφή   δεν έχει χέρια  είναι σκιά   δώστε μου κάτι...
ένα άδειο κορμί  ο υπόνομος  η άλλη φωνή  η αγωνία
η φωνή γαντζώνεται στη ψυχή μου   λαιμητόμος της
συνείδησης μου η κραυγή  το γέλιο κρυσταλλώνεται
σπάει σε κομμάτια  ο υπόνομος το ρουφά  το κεφάλι
μου κόβεται  κυλάει στη σχάρα  σφαχτάρι η χαρά  να
χαθώ   να χαθώ   ο κάδος  σκοτάδι   το σύνθημα  σκο-
τάδι   η γωνία  φως λιγοστό   Αραχώβης   να σηκωθώ
να σηκωθώ   να σηκωθούμε   ένα άδειο κορμί   η
σιωπή των ανθρώπων      η πόλη ._



 (στην μ-ητέρα της π-οιήσεως την εξ Αθηνών)



2ος


ένα άδειο κορμί   

η σιωπή των ανθρώπων        
 η πόλη

 η πόλη
 η σιωπή των ανθρώπων      
ο δρόμος

Αραχώβης

 ο δρόμος
 η πλατεία  
οι φύλακες

οι φύλακες
οι φύλακες της πόλης
οι φύλακες της  πόλης δικάζουν 

οι φύλακες  της πόλης δικάζουν  όποιον δεν  είναι ίδιος  μ' αυτούς
το βλέμμα τους  φυλακίζει την εικόνα μου  κρέμονται στη φόδρα  του φορέματος ακινητοποιούν  το κινητό στ' αφτί μου στήνουν  αφτί στα λόγια μου το βήμα μου  ακολουθούν στο ρυθμό μου πατινάρουν η αμηχανία μου δραπετεύει απο το υπόγειο  νοτιοανατολικό μου βλέμμα καθηλώνεται  στην άκρη  των ποτών τους μετεωρίζεται  στην κάπνα  των τσιγάρων τους χάνεται  στη στροφή
το δέντρο
η καρδιά της πόλης  

η στροφή
 η στροφή εξουσιάζει τον δρόμο

 στεγνός ο αέρας
ο άνεμος δειλός

άνθρωποι
κουβέντες
τραπέζια
ο δρόμος 

η Ελλάδα    των καρτ ποστάλ         και των εσωτερικών διαδικασιών              ανασκαλεύει                   στα όρια                         δύο καθέτων  τις ορμές της
η φωνή 

η φωνή  απλώνει χέρι μίμηση  πράξης   εξαθλίωσης βοηθήστε με που ...  το αίτημα υποβάλλεται   το αίτημα αποβάλλεται η φωνή  μηρυκάζει  λόγια οργής  δήθεν δήθεν οργή δήθεν λόγια μίμηση  πράξης  εξαθλίωσης   χάνεται στη στροφή
                                   ο δρόμος ο δρόμος        ένας υπόνομος              η σκιά 

ο λυγμός βγαίνει από το σκοτάδι δεν         έχει πρόσωπο δεν         έχει μορφή δεν         έχει χέρια είναι σκιά δώστε μου κάτι...
ένα άδειο κορμί        ο υπόνομος η άλλη φωνή        η αγωνία 

η φωνή γαντζώνεται στη ψυχή μου λαιμητόμος της συνείδησης μου η κραυγή το γέλιο κρυσταλλώνεται σπάει σε κομμάτια ο υπόνομος το ρουφά το κεφάλι μου κόβεται κυλάει στη σχάρα σφαχτάρι η χαρά να χαθώ      να χαθώ
 ο κάδος σκοτάδι
το σύνθημα σκοτάδι    
 η γωνία φως λιγοστό
Αραχώβης

να σηκωθώ
να σηκωθώ
να σηκωθούμε

ένα άδειο κορμί    
 η σιωπή των ανθρώπων                


η πόλη ._ 




[1ος: όπως μορφοποιήθηκε για τη συλλογή "νοτιοανατολικό βλέμμα"
και 2ος: στη μορφή της πρώτης του δημοσίευσης στο αρχικό blog: filoumena] 




© Assimina