Σελίδα
διακόσια σαράντα επτά, 247, ενότητα 24., διαβάζω:
«ΒΑΖΩ
ΤΑ ΚΟΥΚΙΑ στην κατσαρόλα και τα παρακολουθώ
να στροβιλίζονται
αργά καθώς βουλιάζουν στο νερό.»
Ασύνειδα
μα γνώριμα μετακινώ το επίρρημα μέσα στην πρόταση αγοράζοντας χρόνο στις σκέψεις
παίζω με τα νοήματα δημιουργώντας εικόνες πως τα sites
μοιάζουν
στα περιοδικά ποικίλης ύλης των παιδικών χρόνων εκείνα που έμπαιναν στο σπίτι
που σελίδες τους ξέκλεβαν λογοτεχνήματα τώρα γίνεται μάλλον αντίθετα το σημείωσα
μάλλον και ποια ήταν τα περιοδικά και που η μητέρα αγόραζε και φιγουρίνια να
ενημερώνεται όπως ήταν μοδίστρα για τις τάσεις και να αντιγράφει χρησιμοποιώντας
όχι τα πατρόν μα τη γεωμετρία των σωμάτων και το λιλά, το μωβ των κυκλάμινων,
ποτέ το ροζ, και κάποτε το πορτοκαλί, το βαθύ πορτοκαλί του ώριμου φρούτου ή της
δύσης που προαναγγέλλει άνεμο, το φόρεμα που ράψαμε μαζί μια σταλιά παιδί εγώ,
με τα μικρά χρυσά κουμπάκια κι αυτό είναι το «μεγάλωσα» μια διαρκής ανάθεση του
παρόντος σε παρελθοντικά επιρρήματα κι αδύναμο ένα μόριο του μέλλοντος σαν
χρώμα από φτερό πεταλούδας που φυσήχτηκε από ανάσα ανέμου ή παιδιού «θα» αδύναμο
περιεχομένου κι ίσως γι αυτό αγαπώ τις αναρτήσεις της Ve
που συνδέουν τα παρόντα με τα άλλα που έφυγαν ή που έγιναν υπόστρωμα μέλλοντος
να ξεκολλήσουμε πρέπει να φτάσουμε το μέλλον μετακινήθηκε αρκετά το επίρρημα
κάτι να τελειώσει τις σκέψεις όπως στα θεατρικά ένας χορός να λύσει την αγωνία
που γερνά μαζί μου σαν ετούτο το λιγοστεμένο από την κάψα του Ιούνη τριαντάφυλλο στην
οδό Σάκη Καράγιωργα της γειτονιάς μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου